Αλκυονίδες μέρες ονομάζονται οι μέρες εκείνες του Ιανουαρίου, οι οποίες έχουν καλό καιρό και ηλιοφάνεια. Πρόκειται για αρχαία ελληνική ονομασία, που προέρχεται απ' τον Αριστοτέλη. Μετεωρολογικά εξηγείται με την εξίσωση των βαρομετρικών πιέσεων μεταξύ της Νοτίου και Βορείου Ευρώπης, ενώ μυθολογικά υπάρχουν πολύ όμορφες ιστορίες για το φαινόμενο αυτό. Δεν υπάρχουν κάθε χρόνο Αλκυονίδες μέρες, π.χ. το έτος 1947 δεν υπήρξαν καθόλου. Στην Ελλάδα το 2011, έκαναν την έναρξή τους τη δεύτερη εβδομάδα του Ιανουαρίου.
Το πουλί Αλκυόνα
Οι Αλκυονίδες μέρες έχουν πάρει την ονομασία τους από το ψαροπούλι Αλκυόνα, που κλωσά τα αυγά του εκείνες τις ημέρες. Η Αλκυόνα, σύμφωνα με την παράδοση, είναι ένα πουλί που συμβολίζει τη γαλήνη, την προστασία και παύει τη θαλασσοταραχή. Αν και αποδημητικό πουλί, δε φεύγει, αλλά έρχεται το φθινόπωρο, ενώ φεύγει αρχές Μαρτίου. Γεννά τα αυγά του στις σχισμές των βράχων της θάλασσας. Σύμφωνα με ένα μεσαιωνικό μύθο, το χρώμα της Αλκυόνας στην αρχή ήταν γκρίζο, όταν όμως έγινε ο βιβλικός κατακλυσμός πέταξε ψηλά και το στήθος της έγινε κόκκινο απ' τον ήλιο, ενώ η ράχη της μπλε απ' το χρώμα του ουρανού. Για τη συζυγική πίστη των Αλκυόνων αναφέρεται ότι όταν ο σύζυγος της Αλκυόνας γεράσει και δεν μπορεί να πετάξει πια, τότε η θηλυκιά Αλκυόνα τον παίρνει στους ώμους της και τον μεταφέρει πάντοτε μαζί της, τον ταΐζει και τον περιποιείται ως το θάνατο.
Η Σύμη είναι το όγδοο σε μέγεθος ελληνικό νησί του συμπλέγματος των Δωδεκανήσων.
Το φυσικό της λιμάνι είναι ο Γιαλός, (εκ του Αιγιαλός), πέριξ του οποίου είναι κτισμένη η πόλη αμφιθεατρικά. Κατά την απογραφή του 2001 αριθμούσε 2.606 κατοίκους, εκ των οποίων οι 2.427 είναι συγκεντρωμένοι στο άνω τμήμα της πόλης, το λεγόμενο Χωριό, που είναι κτισμένο επί της πλαγιάς του όρους Βίγλα. Υπάρχουν και τα θέρετρα Νημπορ(ε)ιός (εκ του Εμπορειό), βορειότερα, και το Πέδι, ανατολικά. Περίπου το 5% των μονίμων κατοίκων είναι αλλοδαποί Ευρωπαίοι πολίτες, κυρίως Άγγλοι. Ο Γιαλός συνδέεται οδικά με το Χωριό, το Πέδι, τον Νημπορ(ε)ιό,την Μαραθούντα και την Ιερά Μονή Αρχαγγέλου Μιχαήλ του Πανορμίτη που βρίσκεται στο νοτιότερο δυτικό άκρο της νήσου. Η Σύμη είναι τουριστικός προορισμός παγκοσμίου βεληνεκούς λόγω της αρχιτεκτονικής της. Από το 2009 λειτουργεί στο νησί εργοστάσιο αφαλάτωσης.
Αρχαιολογικός χώρος κηρύχθηκε ολόκληρο το νησί της Σύμης. Ολόκληρη η Σύμη αλλά και τα νησάκια που βρίσκονται γύρω από αυτήν κηρύχθηκαν αρχαιολογικοί χώροι από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, αφού περιλαμβάνουν 159 θέσεις -χώρους και μνημεία- που καταγράφουν την ιστορία της περιοχής από την προϊστορική εποχή ως τα νεώτερα χρόνια.
Το νησί είναι ορεινό, πετρώδες, άγονο και άνυδρο. Ψηλότερο βουνό είναι η Βίγλα (550 μ.) που σχεδόν χωρίζει το νησί στο βόρειο και νότιο εκ των οποίων το βόρειο είναι χαμηλότερο και περισσότερο καλλιεργήσιμο. Διαθέτει ελάχιστα πεδινά και υψίπεδα. Στα ορεινά, όμως, υπάρχει εκπληκτική βλάστηση. Σημαντικότερα μικρά οροπέδια είναι η "Δρακούντα", του "Μέσα Νιμοράκι", το "Ξίσος", ο "Μεγάλος Σωτήρης" και ο "Μικρός Σωτήρης", ενώ σημαντικότερες σχηματιζόμενες κοιλάδες είναι τα "Παναϊδάκια", του "Νημπορειού", με μεγαλύτερη την "κοιλάδα του Πεδιού" όπου και καλλιεργούνται έντονα.